Ο Μοναστικός Βίος και ο περιβάλλων χώρος της Ι.Μ. Παντοκράτορος

Επί χίλια και πλέον χρόνια το Άγιο Όρος αποτελεί την κυριότερη πνευματική εστία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στο Άγιον Όρος η μοναχική συνείδηση διατήρησε αναλλοίωτο έναν τρόπο ζωής με κατοικίες, καλλιέργειες και μία παραδοσιακή αγροτική αρχιτεκτονική ιδιαίτερα πολύτιμη και σπάνια . Η οργανωμένη συμβίωση ανθρώπων από τον 10ο αιώνα και εξής, δημιούργησε κτίσματα όπως τα Καθολικά και τον περίβολο, τη τράπεζα, τα κελλιά, το νοσοκομείο, τη βιβλιοθήκη, παρεκκλήσια, οχυρούς πύργους, λιμάνια, Σκήτες, Κελλιά, Καθίσματα κ.λ.π., τα οποία αποτελούν πρότυπο ορθόδοξων μοναστικών καθιδρυμάτων την σύγχρονη κοινωνία
Χώροι που απαρτίζουν τα μοναστηριακά συγκροτήματα, και αυτόν της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος, είναι το Μαγειρείο, η Τράπεζα, ο Φούρνος, το Κρασαριό, το Λαδαριό, το Βουρδουναριό,το Νοσοκομείο, το Φαρμακείο, το Ξυλουργείο, το Σιδηρουργείο, το Ελαιοτριβείο, το Υποδηματοποιείο, , ο Αρσανάς, το Εργατόσπιτο, το Αγροτόσπιτο και Δασόσπιτο, οι Αποθήκες, τα Κελλιά των Μοναχών.
Ο Ιωάννης Κομνηνός σημειώνει στο Προσκυνητάριόν του το 1701 ότι «το ιερόν και σεβάσμιον μοναστήριον του Παντοκράτορος είναι πολλά εύμορφον, διότι ευρίσκεται εις τοποθεσίαν καλήν σιμά εις την θάλασσαν, περιτριγυρισμένον με κάστρον στερεόν».
Τα κτίσματα που περιβάλλουν τη μονή Παντοκράτορος σε συνδυασμό με την γενικότερη μορφολογία του εδάφους δημιουργούν ένα ιδιαίτερα γραφικό οικιστικό σύνολο.
Καθένας από τους χώρους αυτούς είχε τη δική του προσφορά και τα δικά του μέσα και εργαλεία, για να υπηρετήσει αποτελεσματικά τον σκοπό για τον οποίον λειτουργούσε.
Και σ΄ αυτόν τον χώρο η ζωή των μοναχών προσαρμόζεται, εξελίσσεται μαζί του και είναι αλληλένδετη με το Μοναστήρι.

 

Η τράπεζα που υπάρχει σε κάθε μοναστήρι δεν αποτελεί μόνον τον χώρο για την εκπλήρωση της ανάγκης για τροφή, αλλά αποτελεί βασικό συνδετικό κρίκο στον μοναστικό βίο. Μέσω του τελετουργικού που ακολουθείται, λειτουργεί ως φυσική συνέχεια της λειτουργικής, πνευματικής και εμπειρικής μοναστηριακής ζωής.
Ο ίδιος ο Ιησούς στον Μυστικό Δείπνο, ευλόγησε τον Άρτο και τον Οίνο, και τα μετέτρεψε στο Σώμα και το Αίμα του και αυτό αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία θεμελιώθηκαν τα κοινά Χριστιανικά γεύματα που οδήγησαν στην Τράπεζα.

Στον εικονογραφικό διάκοσμο των αθωνικών τραπεζών συνηθίζεται να συμπεριλαμβάνονται παραστάσεις εμπνευσμένες από τις ευαγγελικές διηγήσεις που σχετίζονται με την τροφή και τα γεύματα. Σχεδόν σταθερά πάντοτε, πίσω από την ηγουμενική τράπεζα βρίσκεται ο Μυστικός Δείπνος, με σαφείς ευχαριστιακούς συμβολισμούς.
Μια επίσης σχετική παράσταση είναι η Φιλοξενία του Αβραάμ, όπου το ζεύγος των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκη φιλοξενεί τρεις Αγγέλους, που αποτελούν την πρώιμη εμφάνιση της Αγίας Τριάδος. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι λεπτομέρειες πάνω στο τραπέζι των παραστάσεων αυτών, όπου υπάρχουν ποικίλα σκεύη σερβιρίσματος, μαχαιροπήρουνα, αλλά και φαγητά, όπως στρόγγυλα ψωμιά, βολβοί-ρίζες, που αντικατοπτρίζουν και τη καθημερινή δίαιτα των μοναχών.

Ο Χριστός, συνήθιζε καθ’ όλη την παρουσία του επί γης, να δειπνεί σε οίκους μαθητών και άλλων ανθρώπων.
Ιω. 12,2 : ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ.

Ειδικότερα, η Τράπεζα της Μονής Παντοκράτορος η οποία βρίσκεται στον πρώτο όροφο της δυτικής πτέρυγας, απέναντι ακριβώς από το Καθολικό, έχει ορθογωνικό σχήμα με κόγχη και ξύλινους πάγκους. Βρίσκεται νοτίως του Πύργου και σε λειτουργική ενότητα με το Μαγειρείο. Μεταφέρθηκε σ΄ αυτή τη θέση από το ισόγειο της ίδιας πτέρυγας, που σήμερα χρησιμοποιείται ως Δοχειό. Ανακαινίσθηκε στα 1744, με δωρεά του ¨τιμιωτάτου κυρίου Τριανταφύλου και νέου κτήτορος¨. Το 1749 η Τράπεζα αγιογραφήθηκε από τους Γιαννιώτες αγιογράφους και Ιερομονάχους Σεραφείμ, Κοσμά και Ιωαννίκιο, με έξοδα που ανέλαβε ο Μοναχός Τιμόθεος από τη Λήμνο.

Tο Mαγειρείο της μονής Παντοκράτορος βρίσκεται στη δυτική πτέρυγα της απέναντι από το Καθολικό και δίπλα στη τράπεζα.
Οι μοναχοί στο Άγιον Όρος, πέρα από την προσευχή, καλούνται να προσφέρουν και στη μοναστική κοινωνία στην οποία ανήκουν. Έτσι, ο καθένας αναλαμβάνει ένα καθήκον,
διακόνημα στην μοναχική ορολογία. Ένα από τα πιο βασικά διακονήματα στο Άγιον Όρος είναι αυτό του μάγειρα. Από νωρίς ο μάγειρας θα πρέπει να ετοιμάσει το φαγητό ώστε όταν τελειώσει η ιερή ακολουθία να βρουν οι Πατέρες έτοιμο το γεύμα. Ανάλογο με την ημέρα είναι και το φαγητό. Μετά από κάθε γεύμα η Τράπεζα πρέπει να καθαριστεί και να είναι έτοιμη για την επόμενη φορά. Το διακόνημα αυτό επιτελούν ο Τραπεζάρης, ο υπεύθυνος μοναχός, με τους βοηθούς του, τους παρατραπεζάρηδες. Οι πατέρες, έχοντας πάντα στα χείλη την ευχή:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με», μαζεύουν, σκουπίζουν, πλένουν και καθαρίζουν το πάτωμα. Στην καθαρή Τράπεζα στρώνονται εκ νέου τα τραπέζια ώστε όλα να είναι έτοιμα για την επόμενη φορά. Οι ίδιοι μοναχοί φροντίζουν για την έγκαιρη τοποθέτηση του φαγητού, αλλά και για το σερβίρισμά του. Για αυτό τον λόγο αποχωρούν πάντοτε πριν τελειώσουν οι ακολουθίες στο Καθολικό, πηγαίνουν στην Τράπεζα και ολοκληρώνουν το σερβίρισμα έτσι ώστε να είναι όλα έτοιμα και ζεστά μόλις εισέλθουν οι μοναχοί και οι προσκυνητές.
Κατά τη διάρκεια της Τράπεζας, ένας από τους πατέρες της Μονής αναλαμβάνει να διαβάσει το ανάγνωσμα. Είτε ανεβαίνοντας στον ειδικό άμβωνα, είτε από το ειδικό αναλόγιο που ονομάζεται δισκέλι και τοποθετείται στο μέσο περίπου της τράπεζας, διαβάζει καθαρά και δυνατά το ανάγνωσμα που έχει επιλεγεί για την ημέρα αυτή. Μπορεί να περιέχει βίους αγίων, ερμηνείες και λόγους πατέρων που έχουν σχέση με την γιορτή ή το Ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας.

To Λαδαριό της Ιερά Μονή Παντοκράτορος βρίσκεται στη δυτική πτέρυγα, απέναντι από το Καθολικό και κάτω από την Τράπεζα.

O Φούρνος της Ιερά Μονή Παντοκράτορος βρίσκεται δίπλα στον πύργο της Μονής.

To Κρασαριό της Ιερά Μονή Παντοκράτορος βρίσκεται στη Δυτική πτέρυγα, στο παλιό συγκρότημα της μονής, του 14ου αιώνα. Διασώζονται παλιά βαρέλια και το σύστημα ξύλινων καναλιών που συνέδεαν το πατητήρι με αυτά .

Ο αρσανάς περιλαμβάνει ένα σύνολο κτισμάτων που εξυπηρετούσαν παλαιότερα σε καθημερινή βάση τις κυριότερες ανάγκες διαμετακόμισης αλλά και την προστασία των μικρών πλοιαρίων.

Το βουρδουναριό της μονής Παντοκράτορος είναι κτίσμα του 19ου αιώνα . Χρησιμοποιείται πλέον σαν εργατόσπιτο και αποθήκη.

Τα δύο υδραγωγεία Ιερά Μονή Παντοκράτορος με τους χαρακτηριστικούς τοξωτούς πεσσούς, χρονολογούνται από τον 14ο αιώνα και αυτό δυτικά της Μονής, από το 1780..

Τα Κιόσκια της Ιερά Μονή Παντοκράτορος με το πρώτο νααποδίδεται σχεδιαστικά, στον Μπάρσκυ – 18ο αιώνα-. Αυτό με το πηγάδι, βρίσκεται δυτικά της μονής, στο τέλος της διαδρομής του μονοπατιού από τις Καρυές και δίπλα στο υδραγωγείο και ήταν το σημείο ανάπαυσης των προσκυνητών και χώρος προετοιμασίας της εισόδου τους στον χώρο της Μονής.